Sad face
Αυτός είναι ο Μο.
Ο Μο έχει το κακό συνήθειο να λιώνει με τις ώρες.
Κάθεται ακίνητος για πολύ ώρα, ακίνητος πάντα, και κοιτάει κάποια λεπτομέρια μέχρι να την αφομοιώσει.
Νοιώθει ξαφνικά τον χώρο να κινείται, να πηγαίνει μπρος πίσω.
Νοιώθει πως κάτι τον μαγνητίζει και τον ρουφάει μπροστά ή τον φτύνει πίσω.
Δοκιμάζει να κλείσει τα μάτια του.
Δε βοηθάει, η κίνηση γίνεται πιο γρήγορη, σαν βίαιο τίναγμα πια.
Τώρα βλέπει ένα μικρό ανθρωπούλι με κόκκινα μακρουλά χέρια.
Τι είσαι?
Κάποτε με ονόμασαν κρυφό.
Κοιτάζει με ένα απαλό αίσθημα δέους.
Θα ήθελα να σε δοκιμάσω, τι γεύση?
μρ κοφ σωχ κιέτ
Ακούμπησε απαλά την γλώσσα του πάνω στο ανθρωπούλι.
Ξεκούραση.
Ξύπνα, το ανθρωπούλι κοιτάει στα μάτια .
...Μόλις περάσει η ώρα θα δει το έδαφος να ταξιδεύει διαλυμένο.
...Στις πύλες του πρώτου καιρού καρφώνονται τα μάτια της σκέψης.
...Και ο γίγαντας ξαναμπαίνει στο δερμάτινο εργοστάσιο.
...Τρομαγμένος απο το σημάδι που άφησε στον εαυτό του.
...Θα νοιώσει όμως την χάρτινη υφή του κορμιού του.
...Και θα γνωρίσει τις βδέλλες της παράδοσης επιτέλους με την ζωντανή φωτογραφία τους.
Ανοίγει το στόμα και καταπίνει το ανθρωπούλι.
Ξεκούραση.
Ονειρεύεται πως κάτι που καίει ανεβαίνει απο την κοιλιά του.
Φτάνει στο λαιμό και μετά στο στόμα.
Η αλήθεια.
Πνίγεται.
Ανοίγει τα λευκά του μάτια στο φώς του ήλιου που καίει.
Φτύνει με κόπο τα αίματα και τα κομμάτια σάρκας απο το στόμα του.
Κλαίει.
Τρέχει και σηκώνει το τηλέφωνο, αλλά δε μπορεί να μιλήσει.
Χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο για να μη νοιώθει πόνο και αηδία.
Πάλι.
Friday, May 25, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment